Για την ποιότητα του νερού μετά από διακοπή ύδρευσης, φιλοξενούμε άρθρο του συνεταίρου μας κ. Φίλιππου Τζουμέρκα, χημικού πρώην Διευθυντή ΕΥΔΑΠ της Διεύθυνσης Ποιότητας και Προστασίας του Νερού με χρήσιμες πληροφορίες για τους καταναλωτές.
Είναι το νερό της βρύσης πάντα πόσιμο;
Πότε πρέπει να αμφιβάλλει ο καταναλωτής και ποιές ενέργειες επιβάλλεται να κάνει πριν ειδοποιήσει την Υπηρεσία Ύδρευσης του Δήμου.
Σκοπός του άρθρου
Επιλέξαμε να παρουσιάσουμε αυτό το θέμα, επειδή πιστεύουμε ότι είναι από τα σημαντικά θέματα στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας. Το πρόβλημα ξεκινά από τη θεσμοθέτηση (κανονισμός Ύδρευσης) του ορίου ευθύνης της εταιρείας Ύδρευσης, που είναι ο υδρομετρητής, χωρίς το όριο αυτό να ταυτίζεται με το επίσης θεσμοθετημένο σημείο ελέγχου της ποιότητας νερού (ΚΥΑ για το νερό ανθρώπινης κατανάλωσης), που είναι η βρύση του καταναλωτή, στο εσωτερικό της οικίας. Η κατάσταση περιπλέκεται πιο πολύ από την απλουστευμένη αντίληψη ότι έργο των συνεργειών επισκευής βλαβών είναι αποκλειστικά η αποκατάσταση της υδροδότησης μετά τις επισκευές αφήνοντας σε πολύ δεύτερη θέση ή παραλείποντας το έργο της αποκατάστασης της ποιότητας του νερού, που συνδέεται άμεσα με την υγεία των καταναλωτών, αφού οι υδραυλικοί και οι εργάτες των συνεργείων, συνήθως δεν διαθέτουν τις αναγκαίες γνώσεις.
Η ποιότητα του νερού
Η ποιότητα του νερού μεταβάλλεται συνεχώς στην πορεία του από την πηγή υδροδότησης μέχρι τον καταναλωτή. Όταν η λειτουργία του δικτύου είναι κανονική δεν παρατηρούνται αξιοσημείωτες μεταβολές στα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά (χρώμα, οσμή, γεύση, θολότητα), τα μικροβιολογικά χαρακτηριστικά (αριθμός αερόβιων μικροβίων, αριθμός κολοβακτηριοειδών, αριθμός E.coli, αριθμός κοπρανωδών στρεπτόκοκκων) και την περιεκτικότητα σε χλώριο που σκόπιμα προστίθεται κατά την απολύμανση του νερού και διατηρείται στο δίκτυο σε χαμηλές τιμές με σκοπό την αποφυγή μικροβιακών αναπτύξεων και τη δημιουργία δυσάρεστων οσμών.
Αντιθέτως στις περιπτώσεις επισκευών, διαρροών, ή ατυχημάτων του δικτύου ενδέχεται να παρατηρηθούν παροδικά αξιοσημείωτες μεταβολές των παραπάνω χαρακτηριστικών, οι οποίες σχεδόν πάντοτε ακολουθούν τις περιόδους μειωμένης πίεσης ή διακοπής του νερού. Αυτές οι μεταβολές στην ποιότητα γίνονται αντιληπτές αμέσως όταν αποκατασταθεί η υδροδότηση και ενδέχεται να συνοδεύονται από μόλυνση του νερού με παθογόνα μικρόβια. Ο ακριβής προσδιορισμός των τιμών των χαρακτηριστικών του νερού (παραμετρικών τιμών) είναι έργο του χημικού και μικροβιολογικού εργαστηρίου και του φορέα που υδροδοτεί την περιοχή.
Ο ρόλος του καταναλωτή περιορίζεται σε απλές δοκιμές με συνηθισμένα οικιακά σκεύη και υλικά με σκοπό να αποφασίσει σε λίγα λεπτά αν πρέπει να αποκλείσει τη χρήση του νερού ως πόσιμο μέχρι την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του μικροβιολογικού εργαστηρίου. Οι όποιες πληροφορίες συγκεντρωθούν από τον καταναλωτή επιβάλλεται να ανακοινωθούν στους υπευθύνους του φορέα που υδροδοτεί την περιοχή.
Σκεύη και υλικά
Σκοπός των δοκιμών
Είναι η διαπίστωση ότι το νερό της βρύσης δεν περιέχει στερεά σωματίδια (ιζήματα) ή αιωρούμενα σωματίδια (θολότητα) και ότι περιέχει χλώριο. Σε αυτές τις συνθήκες αποκλείεται η μικροβιακή μόλυνση και επομένως ο άμεσος κίνδυνος του καταναλωτή.
Τι πρέπει να κάνει ο καταναλωτής
Όταν αντιληφθούμε τη διακοπή της υδροδότησης
Αμέσως μετά την αποκατάσταση της υδροδότησης
π. Διευθυντής ΕΥΔΑΠ, Διεύθυνση ποιότητας και Προστασίας του Νερού